Προβληματισμός τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας
γιά τό Οὐκρανικό Ἐκκλησιαστικό ζήτημα
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας συνῆλθε στίς 4 Ἰανουαρίου 2019 καί μελέτησε ἐνδελεχῶς τό ἀπό 24ης Δεκεμβρίου 2018 Γράμμα τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, σχετικῶς μέ τό Οὐκρανικό Ἐκκλησιαστικό ζήτημα. Ἐν συνεχείᾳ στίς 14 Ἰανουαρίου 2019 ἀπεστάλη τό ἀκόλουθο ἀπαντητικό Γράμμα.
Ἔκτοτε κυκλοφόρησαν εὐρέως οἱ θέσεις διαφόρων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἐνῶ προσφάτως πληροφορηθήκαμε ὅτι διαρρέουν ἀποσπάσματα τοῦ ἐν λόγω Γράμματος, συνοδευόμενα ἀπό αὐθαίρετους ὑπαινιγμούς καί συσχετισμούς. Κατόπιν τούτου κρίθηκε Συνοδικῶς (7 Μαρτίου 2019) ἀναγκαῖο νά δημοσιοποιηθεῖ ἀκέραιο.
Τά προηγηθέντα Γράμματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, τά ὁποῖα ἀπεστάλησαν στίς 10 Ὀκτωβρίου καί 7 Νοεμβρίου 2018 πρός τον ΜακαριώτατονΠατριάρχην Ρωσίας κ.κ. Κύριλλον ἔχουν ἤδη δημοσιοποιηθεῖ στίς 23 Νοεμβρίου 2018.
(Πατῆστε ἐδῶ γιά νά διαβάσετε τό Γράμμα τής 14 Ἰανουαρίου 2019)
Παναγιώτατε καί Θειότατε Ἀρχιεπίσκοπε Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικέ Πατριάρχα, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητέ καί περιπόθητε ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Ταπεινότητος, Κύριε Βαρθολομαῖε, τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα ἐν Κυρίῳ κατασπαζόμενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύομεν.
«Ὁ ἐπιφανείς Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν καί τόν κόσμον φωτίσας»εἴθε νάκαταυγάζῃ τάς σκέψεις, τάς ἀποφάσεις καί ἐνεργείας πάντων τῶν Ὀρθοδόξων κατά τό Νέον Ἔτος κατευθύνων τήν Ἐκκλησίαν, «ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» εἰς ὁδούς εἰρήνης.
Συνελθόντες ἐν Συνόδῳ τήν 4ην Ἰανουαρίου 2019 ἀνέγνωμεν ἐνδελεχῶς τό ἀπό 24ης Δεκεμβρίου 2018 ἀποσταλέν Γράμμα τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος καί ἐκτενῶς ἠσχολήθημεν μετά τοῦ θέματος τῆς χορηγήσεως αὐτοκεφαλίας εἰς τήν ἐν Οὐκρανίᾳ Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.Μετ’ εἰλικρινοῦς σεβασμοῦ καί ἀγαπώσης παρρησίας, ὡς πάντοτε, συνοψίζομεν τήν ἐκτίμησιν τῆς κατ’ Ἀλβανίαν Ἐκκλησίας, κυρίως ὡς πρός τά ἀφορῶντα εἰς τάς ἐνεργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Εἶναι ἤδη γνωστή ἡ ἀσκηθεῖσα ἡμετέρα κριτική πρός τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρωσίας διά τήν ἄρνησιννά μετάσχῃ εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Κρήτῃ. Ὁμοίως καί προσφάτως διάτήν σπουδήν νά διακόψῃ τήν εὐχαριστιακήν κοινωνίαν μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Εἰδικώτερον εἰς ἐπιστολήν ἡμῶν (7 Νοεμβρίου 2018) μεταξύ ἄλλων ἐπεσημάναμεν εἰς τόν Μακαριώτατον Πατριάρχην Μόσχας κ. Κύριλλον ὅτι: «…Εἶναι δυνατόν ἡ ἀπόφασις καί ἡ ἐντολή τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας νά ἀκυρώνῃτήν ἐνέργειαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τούς Ὀρθοδόξους ναούς, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦν ὑπό τήν δικαιοδοσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου; ….Ὁμολογοῦμεν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά συμφωνήσωμεν μέ τοιαύτας ἀποφάσεις. Ἡ Θεία Εὐχαριστία, τό ἀσυλλήπτου ἱερότητος καί μοναδικῆς σημασίας μυστήριον, ἐπιβάλλεται νά μένῃ ἐκτός οἱασδήποτε ἐκκλησιαστικῆς διενέξεως».
Ὁ αὐτός πόνοςκαί ἡἀγωνία διά τήν διαφύλαξιν τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας υποχρεώνει ἡμᾶς νά διατυπώσωμεν θεμελιώδη ἀμφιβολίαν, ὡς πρός τήν ἐπικύρωσινἀναδρομικῶς χειροτονιῶν τελεσθεισῶν ὑπό καθῃρημένου, ἀφωρισμένου καί ἀναθεματισμένου προσώπου. Ἡ πολιτεία τοῦ τελέσαντος τάς ἐν λόγῳ πράξεις κ. Φιλαρέτου Ντενισένκο (πρωταγωνιστοῦ τῆς ἐν Οὐκρανίᾳ ἐκκλησιαστικῆς κρίσεως) εἶναι ἀποκαλυπτική. Χειροτονηθείς Ἐπίσκοποςτοῦ Πατριαρχείου Μόσχας τό 1962, διετέλεσεν μεταξύ ἄλλων Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ὑποθέσεων αὐτοῦ καί Μητροπολίτης Κιέβου. Τό 1991 ἐζήτησεν αὐτοκεφαλίαν, οὐχί ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀλλά ἀπό τήν κατ’ αὐτόν τότε «Μητέρα Ἐκκλησίαν», τό Πατριαρχεῖον Μόσχας. Τό 1992 καθῃρέθη,ἐνῷ τό 1997 ἀφωρίσθη καί ἀνεθεματίσθη ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ὀργανικοῦ μέλους τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἐνεργειῶν τούτων ἀναγνωρισθεισῶν ὑπό πασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν.
Ὅσον χρόνον ὁ κ. Φιλάρετος ἦτο καθῃρημένος καί ἀναθεματισμένος ἐτέλεσεν ἀντικανονικῶς τελετουργίας, μή συνιστώσας ἔγκυρα μυστήρια. Συνεπῶς καί αἱ τελεσθεῖσαι ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονίαι εἶναι ἀνυπόστατοι, κεναί, στερούμεναι τῆς θείας χάριτος καί τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.Μεταξύ αὐτῶν καί αἱ χειροτονίαι εἰς διάκονον, πρεσβύτερον καί τελικῶς εἰς ἐπίσκοπον τοῦ γραμματέως αὐτοῦ Σεργκέι Ντουμένκο, νῦν Μητροπολίτου Ἐπιφανίου. Ἐν τῷ Ὑμετέρῳ Γράμματι τῆς 24ης Δεκεμβρίου 2018 σημειοῦται:«…ἀποκαταστήσαντες τούτους εἰς τούς οἰκείους αὐτοῖς ἀρχιερατικούς καί ἱερατικούς βαθμούς…». Διερωτώμεθα, ὅμως, κατά πόσον αἱ τελεσθεῖσαι ὑπό τοῦ κ. Φιλαρέτου χειροτονίαι, ἀφωρισμένου καί ἀναθεματισμένουὄντος, ἀπέκτησαν, ἐξ ὑστέρου, ἄνευ κανονικῆς χειροτονίας ἁγιοπνευματικήν ἐγκυρότητα καί γνησίαν σφραγῖδα ἀποστολικῆς διαδοχῆς.
Πανορθοδόξως ἀναγνωρίζεται ὡς θεμελιώδης ἐκκλησιολογική ἀρχή ὅτι αἱ χειροτονίαι τῶν σχισματικῶν καί αἱρετικῶν, ὡς «μυστήρια» ἔξω τῆς Ἐκκλησίας τελεσθέντα, εἶναι ἄκυροι, πολλῷ δέ μᾶλλον αἱ χειροτονίαι ὑπό καθαιρεθέντος καί ἀφορισθέντος. Ἡ βασική αὕτη ἀρχή, ἡ ἀρρήκτως συνδεομένη μετά τῆς περί Ἁγίου Πνεύματος Ὀρθόδοξου διδασκαλίας, ἀποτελοῦσα ἀπαρασάλευτον κρηπῖδα τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, πεποίθαμεν ὅτι δέν δύναται νά παραθεωρηθῇ.
Δυσκολευόμεθα νά κατανοήσωμεν ὅτι τά ἄκυρα καί ἀνυπόστατα καθίστανται «κατ’ οἰκονομίαν» πνευματοφόρα· ὅτι πράξεις ἀποτελοῦσαι ἐπανειλημμένην βλασφημίαν κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, (ὅπως ἡ ἐπίκλησις ὑπό τοῦ τότε ἀφωρισμένου κ. Φιλαρέτου «ἡ Θεία Χάρις… προχειρίζεται… εὐξώμεθα ὑπέρ αὐτοῦ ἵνα ἔλθῃ ἐπ’ αὐτοῦ ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος»), ἀναγνωρίζονται ἐκ τῶν ὑστέρων «κατ’ οἰκονομίαν». Εἶναι δέ, τέλος, γνωστόν ὅτι κατά τήν πρόσφατον Ἑνωτικήν Σύνοδον ἡ ἐπιλογή καί ἐκλογή τοῦ νέου Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ὑπῆρξεν ἀποτέλεσμα τῆς ἐπιμονῆς τοῦ κ. Φιλαρέτου, σήμερον πλέον ἐπισήμως ἀποκαλουμένου ἐν Οὐκρανίᾳ «Ἁγιωτάτου Ἐπιτίμου Πατριάρχου Κιέβου καί πάσης Ρῶς-Οὐκρανίας». Κατόπιν ὅλων τῶν ἀνωτέρω διερωτώμεθα διά την προσθήκην τοῦ ὀνόματος τοῦ Μητροπολίτου Ἐπιφανίου εἰς τά Ἱερά Δίπτυχα.
Ἡ ἐπιδιωχθεῖσα εἰρήνευσις μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Οὐκρανῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὑποστῆ κατά τό παρελθόν ποικίλους διωγμούς ὑπό ἀθεϊστικῶν καθεστώτων, μέχρι τοῦδε δέν ἔχει ἐπιτευχθῆ. Ἐφόσον ἑκατομμύρια Ὀρθοδόξων πιστῶν, ὑπό τόν Μητροπολίτην Ὀνούφριον (συμφώνως προς στατιστικήν τοῦ Ἰανουαρίου 2018 ὠργανωμένων εἰς 12.069 ἐνορίας ὑπό 90 Ἀρχιερεῖς καί ἀριθμούντων 12.283 κληρικούς, 251 Μονάς καί 4412 μοναχούς) ἠρνήθησαν νά μετάσχουν εἰς τήν διαδικασίαν χορηγήσεως τῆς αὐτοκεφαλίας, διακόψαντες μάλιστα τήν εὐχαριστιακήν κοινωνίαν μετά τοῦ Οικουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἐνῷ κατά τό παρελθόν τό ἐκκλησιαστικόν πλήρωμα τῶν χωρῶν (Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, Πολωνίας, Ἀλβανίας, Τσεχίας καί Σλοβακίας), εἰς τάς ὁποίας ἐχορηγήθη αὐτοκεφαλία, ὑπῆρξεν ἡνωμένον.
Λυπούμεθα, διότι ἐπαληθεύθησαν αἱ ἀνησυχίαι, τάς ὁποίας εἴχομεν διατυπώσει εἰς τήν τριμελῆ ἀντιπροσωπείαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (Ἰούλιος 2018) καθώς καί κατά τήν προσωπικήν ἡμῶν συνάντησιν ἐν Κρήτῃ (Ὀκτώβριος 2018): Ἀντί εἰρηνεύσεως καί ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Οὐκρανίας, ἐπαπειλεῑται ὁ κίνδυνος διασπάσεως τῆς ἑνότητος τῆς ἀνά τόν κόσμον Ὀρθοδοξίας.
Αἱ προβλέψεις ὅτι ἡ παροῦσα διασάλευσις καί ὁ ἐμφανής διχασμός θα διαρκέσουν ἐπ’ ὀλίγον καί ὅτι ὅλαι αἱ Αὐτοκέφαλοι Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι τελικῶς θά ἀποδεχτοῦν τά γενόμενα, διά τούς γνωρίζοντας στοιχειωδῶς τήν ἱστορίαν τῶν ἐκκλησιαστικῶν σχισμάτων καί τήν ἀντοχήν τοῦ θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ, μόνον ὡς ἀβάσιμοι ἐκτιμήσεις δύνανται νά ἐκληφθοῦν. Ἀλλά καί αἱ καθησυχαστικαί ὑποθέσεις ἐνίων ὅτι τοῦτο ἴσως πραγματοποιηθῆ τόν… ἑπόμενον αἰῶνα εἶναι μᾶλλον κυνικαί. Σοβαρά τραύματα μή ἐγκαίρως ἀντιμετωπισθέντα δέν θεραπεύονται ὑπό τοῦ χρόνου. Συνηθέστερον ἐπεκτείνονται καί ἐξελίσσονται εἰς ἀνιάτους πληγάς.
Ἡ διαμορφωθεῖσα σήμερον κατάστασις ἀπαιτεῖ νέας προσεγγίσεις καί ἐμπνευσμένας πρωτοβουλίας διά τήν προώθησιν τῆς εἰρήνης ἐν Οὐκρανίᾳ, πρό πάντων δέ διά τήν διαφύλαξιν τῆς ἐπικινδύνως τρωθείσης ἑνότητος τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρός τήν κατεύθυνσιν αὐτήν πιστεύομεν ἀκραδάντως ὅτι λύσιν ἀποτελεῖ ἡ καταφυγή εἰς τήν ἁγιοπνευματικήν συνοδικότητα, τήν τονισθεῖσαν περιτράνως ἐν Κρήτῃ: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐκφράζει τήν ἑνότητα καί καθολικότητά της ἐν Συνόδῳ. Ἡ συνοδικότητα διαπνέει τήν ὀργάνωσιν, τόν τρόπον πού λαμβάνονται αἱ ἀποφάσεις καί καθορίζεται ἡ πορεία της» (Μήνυμα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, παρ.1).
Οὐ παύομεν φρονοῦντες ὅτι μοναδικῆς ἀξίας ἐπιτεύγματα τῶν Ὀρθοδόξων κατά τάς τελευταίας δεκαετίας ὑπῆρξαν αἱ Πανορθόδοξοι Συνάξεις τῶν Προκαθημένων καί ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῇ ἀόκνῳ προσπαθείᾳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί προσωπικῶς τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος. Στοιχοῦσα τῷ περί συνοδικότητος πνεύματι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, ἡ κατ’ Ἀλβανίαν Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία ἀπευθύνει θερμήν παράκλησιν, ὅπως τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀξιοποιοῦν τό κατ’ἐξοχήν προνόμιον τοῦ συντονισμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, συγκαλέσῃ τό συντομώτερον δυνατόν Πανορθόδοξον Σύναξιν ἤ Σύνοδον, προκειμένου νά προληφθῇ ὁ ἐμφανής κίνδυνος δημιουργίας ὀδυνηροῦ Σχίσματος, ἀπειλοῦντος τήν ἀξιοπιστίαν τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν πειστικήν αὐτῆς μαρτυρίαν εἰς τόν σύγχρονον κόσμον.
Ἐκ βαθέων εὐχόμεθα καί ταπεινῶς δεόμεθα, ὅπως ὁ ἐν Τριάδι Θεός κατευθύνῃ τά διαβήματα πάντων ἡμῶν πρός διασφάλισιν τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδοξίας. «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς ἐλπίδος πληρώσαι ὑμᾶς [καί ἡμᾶς] πάσης χαρᾶς καὶ εἰρήνης ἐν τῷ πιστεύειν, εἰς τὸ περισσεύειν ὑμᾶς [καί ἡμᾶς] ἐν τῇ ἐλπίδι ἐν δυνάμει Πνεύματος Ἁγίου. (Ρωμ. 15:13).
Ἐπί δέ τούτοις, ἀσπαζόμενοι Ὑμᾶς φιλήματι ἁγίῳ, διατελοῦμεν μετά πάσης τιμῆς καί βαθυτάτης ἀγάπης ἐν Χριστῷ τῷ ἐπιφανέντι Θεῷ καί φωτίσαντι τόν κόσμον.
Ἐν Τιράνοις, 14 Ἰανουαρίου 2019
Τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος.
Περί τοῦ Οὐκρανικοῦ ζητήματος. 2α ἀπόκριση
ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ.
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε (26.3.2019) ἡ είδηση ότι: «Στήν κατηγορία τῶν κειμένων Δογματικῆς καί Συμβολικῆς Θεολογίας ἐντάχθηκε ἡ ἰταλική μετάφραση τοῦ Πατριαρχικοῦ Γράμματος τῆς 9.3.2019».
Κατόπιν τούτου δημοσιοποιεῖται ἡ σχετική ἀπάντηση τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας (21.3.2019).
Ἡ ἐκτενής «διδαχή» τῶν πρώτων σελίδων τοῦ ὡς ἄνω Πατριαρχικοῦ Γράμματος δεν ἀφοροῦσε στό ἐλάχιστο στήν ἀπορία πού διατυπώθηκε στό πρῶτο ἀπαντητικό Γράμμα τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας (14.1.2019). Γι’ αὐτό στην δεύτερη ἀπάντηση δέν ὑπῆρξε καμιά ἀναφορά σέ αὐτήν. Τό συγκεκριμένο κείμενο δίνει τήν ἐντύπωση Ἐγκυκλίου πρός πολλαπλούς ἀποδέκτες˙ καί ἤδη ἔχει προκαλέσει ἀνάλογες συζητήσεις.
_______________________________________________________
Παναγιώτατε καί Θειότατε Ἀρχιεπίσκοπε Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικέ Πατριάρχα, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητέ καί περιπόθητε ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Ταπεινότητος, Κύριε Βαρθολομαῖε, τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα ἐν Κυρίῳ κατασπαζόμενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύομεν.
Mετά πολλοῦ ἐνδιαφέροντος ἀναμείναντες τήν ἀπάντησιν τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς, πρός ὑπέρβασιν τοῦ προβληματισμοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, ὡς πρός τόν Προκαθήμενον τῆς νέας Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, ἐλάβομεν τό ἀπό 20ης Φεβρουαρίου 2019 Γράμμα Αὐτῆς καί διεξοδικῶς ἐμελετήσαμεν ἐν τῇ συνεδρίᾳ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου (7 Μαρτίου ἐ. ἔ.) τά ἐν αὐτῷ διαλαμβανόμενα, ἐπί τῶν ὁποίων λόγῳ τῆς κρισιμότητος τοῦ θέματος, ὀφείλομεν νά δώσωμεν, μετ’ εἰλικρινοῦς πάντοτε σεβασμοῦ, ὡρισμένας ἐξηγήσεις καί διασαφήσεις.
1. Εἰς τό ἡμέτερον Γράμμα τῆς 14ης Ἰανουαρίου ἐ. ἔ. οὐδεμία ὑπῆρξεν ἀμφισβήτησις περί τῆς εὐθύνης καί τοῦ δικαιώματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νά ἀπονέμῃ Αὐτοκεφαλίαν, ὁσάκις αἱ συνθῆκαι τό ἐπιβάλλουν. Διερωτήθημεν κυρίως περί τῆς διαδικασίας καί ἰδιαιτέρως περί ἑνός θεμελιώδους σημασίας διά τήν Ὀρθόδοξον ἐκκλησιολογίαν ζητήματος. Τά γραφόμενα εἰς τάς πρώτας σελίδας τοῦ Ὑμετέρου ἀπαντητικοῦ Γράμματος προφανῶς δέν ἀφοροῦν εἰς τήν διατυπωθεῖσαν ἡμετέραν ἀπορίαν. Διά τοῦτο οὐδόλως θά ἀναφερθῶμεν ὧδε εἰς αὐτά. Περιωρίσθημεν, ἁπλῶς, ἄνευ οἱουδήποτε ἐπηρεασμοῦ ὑπό ἐπιχειρηματολογίας ἄλλων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, νά ἐπισημάνωμεν τρία μόνον θέματα ἄμεσον σχέσιν ἔχοντα πρός τήν ἁγιοπνευματικήν παραδόσιν καί συνείδησιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας: α) τήν Θείαν Εὐχαριστίαν, β) τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν καί γ) τήν Συνοδικότητα.
Ἡ ἀνησυχία ἡμῶν ἐπεκεντρώθη ὅλως ἰδιαιτέρως εἰς τό καίριον θέμα τῆς χειροτονίας τῶν ἐπισκόπων, τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Διό ὑπεγραμμίσθη προπαντός ὁ δόλιος ρόλος τοῦ αὐτοκαλουμένου «Ἐπιτίμου Πατριάρχου Κιέβου καί πάσης Ρώς-Οὐκρανίας» κ. Φιλαρέτου καί διετυπώθησαν θεολογικαί ἐπιφυλάξεις, ὡς πρός τήν ἁγιοπνευματικήν ἐγκυρότητα τῶν ὑπ’ αὐτοῦ τελεσθεισῶν χειροτονιῶν, δοθέντος ὅτι ἡ θεία Χάρις δέν ἐπενεργεῖ, ὅταν ὁ τελετουργός εἶναι καθῃρημένος, ἀφωρισμένος καί ἀναθεματισμένος˙ καί ὅτι ὁ κανονικῶς χειροτονῶν Ἐπίσκοπος δέν ἐνεργεῖ ἐξ ἰδίας δυνάμεως, ἀλλ’ ἐξ ὀνόματος τῆς Ἐκκλησίας, μοναδικοῦ φορέως τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Διερωτώμεθα κατά πόσον ἡ ἐπαναφορά τοῦ κ. Φιλαρέτου εἰς τήν κανονικήν τάξιν καθιστᾷ αὐτομάτως ἐγκύρους τάς τελεσθείσας ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονίας.
2. Ἡ συσχέτισις καί ἀναλογία τοῦ Οὐκρανικοῦ ζητήματος πρός τό Μελιτιανόν Σχίσμα τοῦ 4ου αἰῶνος, περί τοῦ ὁποίου γίνεται ἐκτενής ἀναφορά ἐν τῷ Ὑμετέρῳ Γράμματι, δέν ἔλυσεν τάς ἀπορίας ἡμῶν. Ἀντιθέτως ἡ προσεκτική μελέτη αὐτοῦ ὁδηγεῖ εἰς διαφορετικά συμπεράσματα: Συμφώνως πρός τήν Πραγματείαν τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Ἀγχιάλου καί μετέπειτα Σμύρνης κυροῦ Βασιλείου, τήν ἀποσταλεῖσαν ἡμῖν ἐσωκλείστως, εἰς τό παράρτημα «Περί τοῦ Σχίσματος τῶν Μελιτιανῶν πλατύτερον» καταγράφονται τά ἑξῆς: «Ἡ διόρθωσις ἐγένετο διά παραδοχῆς τοῦ μέν Μελιτίου μόνον ἐν τῇ ἐπισκοπικῇ τιμῇ ἄνευ τοῦ λειτουργεῖν, τῶν δέ ὑπ’ αὐτοῦ, καίπερ καθῃρημένου, χειροτονηθέντων ἐπισκόπων τε καί πρεσβυτέρων καί διακόνων μετά τῆς αὐτῆς συνθήκης καί κατά τόν αὐτόν τρόπον, ὅπως διά τοῦ ὀγδόου κανόνος διετάξετο περί παραδοχῆς τῶν Καθαρῶν εἴτε Νοβατιανῶν, τοὐτέστιν δι’ ἁπλῆς χειροθεσίας μετ’ εὐχῆς βεβαιωθέντων ἑκάστων ἐν τοῖς οἰκείοις ἱερατικοῖς βαθμοῖς». Ἡ τελευταία ἐπεξηγηματική φράσις παρελήφθη εἰς τό Ὑμέτερον Γράμμα.
Πράγματι, σχετικῶς πρός τήν διαδικασίαν τῆς διορθώσεως τοῦ Σχίσματος ὁ Μ. Ἀθανάσιος διευκρίνίσεν: «ἔδοξεν…τοὺς δὲ ὑπ’ αὐτοῦ κατασταθέντας μυστικωτέρᾳ χειροτονίᾳ βεβαιωθέντας κοινωνηθῆναι ἐπὶ τούτοις, ἐφ’ ᾧτε ἔχειν μὲν αὐτοὺς τὴν τιμὴν καὶ λειτουργεῖν, δευτέρους δὲ εἶναι ἐξάπαντος πάντων τῶν ἐν ἑκάστῃ παροικίᾳ»(1). Ὁ Μητροπολίτης Βασίλειος ἐπέλεξεν τήν ἐκδοχήν, ὅπως προανεφέρθη, ὅτι ἔγιναν ἀποδεκτοί εἰς κοινωνίαν δι’ ἁπλῆς χειροθεσίας μετ’ εὐχῆς. Ἐπ’ αὐτοῦ ὁ ἐμβριθής ἱστορικός ἀοίδιμος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος συνοψίζει: «Ἡ Σύνοδος ἐπελήφθη καί τοῦ ζητήματος τοῦ Μελιτίου Λυκοπόλεως (Καν. 4). Εἰς τόν Μελίτιον ἐπετράπη νά μένῃἐν Λυκοπόλει καί νά ἔχῃ τήν τιμήν τοῦ Ἐπισκόπου, ἄνευ τοῦ δικαιώματος τοῦ διοικεῖν τήν Ἐπισκοπήν Λυκοπόλεως καί τοῦ χειροτονεῖν. Ὁ Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος ἀπῂτησε παρ’ αὐτοῦ (τοῦ Μελιτίου) βρεβίον (κατάλογον) τῶν ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονηθέντων Ἐπισκόπων ἀνερχομένων εἰς 29. Τούτους δέ ἡ Σύνοδος φιλανθρωπευομένη ἀνεγνώρισεν ἐν τῷ ἀξιώματι αὐτῶν διά νέας ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν, «μυστικωτέρᾳ χειροτονίᾳ βεβαιωθέντας», ὑπό τόν ὅρον ὅπως διατελῶσι δεύτεροι μετά τούς κανονικούς Ἐπισκόπους, ὑπόκεινται τῷ Ἀρχιεπισκόπῳ Ἀλεξανδρείας, μή μετέχωσι δέ τῆς ἐκλογῆς Ἐπισκόπων. Ἠδύναντο δέ οὗτοι νά ἐκλέγωνται εἰς κενουμένας θέσεις Ἐπισκόπων. Μόνος ὁ Μελίτιος δέν ἠδύνατο νά ἐκλεγῇ»(2).
Συνεπῶς, ἡ διόρθωσις τοῦ Σχίσματος τῶν Μελιτιανῶν καί ἡ κατ’ οἰκονομίαν ἔνταξις τῶν ἀκύρως ὑπό τοῦ Μελιτίου χειροτονηθέντων περιελάμβανεν τάς ἑξῆς φάσεις: α) μετάνοιαν, β) ἐπίθεσιν χειρός ὑπό κανονικοῦ Έπισκόπου – τοῦ ἐλαχίστου ἀναγκαίου διά τήν ἐπισφράγισιν τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, γ) εὐχήν καί δ) τελικῶς τήν εἰρήνευσιν. Πρόκειται περί ἀρχῆς ἰσχυούσης δι’ ἁπάσας τάς περιπτώσεις ἐπανεντάξεως σχισματικῶν εἰς τήν Ὀρθοδοξον Ἐκκλησίαν καί καθορίζουσαν ἐνδιαφέρουσαν διέξοδον εἰς τό ὑφιστάμενον πρόβλημα.
Μολονότι ἡ περίπτωσις τοῦ κ. Φιλαρέτου ὁμοιάζει ἐκπληκτικῶς πρός τήν ἀντίστοιχον τοῦ Μελιτίου, ἐπιστρέψαντοςμόνον «ἐν ψιλῇ ἐπισκοπικῇ τιμῇ»(3),ἄνευ οὐδεμιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας ἤ αὐθεντίας», ἡ ἐπιδεικνυομένη πρός αὐτόν ἀνοχή παραμένει ἀνεξήγητος. Ὁ κ. Φιλάρετος ἐπανεντάχθη ἐν τῇ κανονικῇ Ἐκκλησίᾳ (ἄγνωστον ἐάν ὑπέβαλε αἴτησιν μετανοίας) καί αἱ προηγηθεῖσαι ἀνυπόστατοι ἐκκλησιαστικαί πράξεις αὐτοῦ ἐπεκυρώθησαν συλλήβδην διά συνοδικῆς μόνον πράξεως. Οὗτος ἐπανειλημμένως δημοσίως καυχᾶται ὅτι «ἦτο, εἶναι καί θά εἶναι ὁ Πατριάρχης Κιέβου καί πάσης Ρώς-Οὐκρανίας», ἐξακολουθεῖ νά φέρῃ τό ἰδιάζον ρωσικόν πατριαρχικόν ἐπανωκαλύμμαυχον συμπεριφερόμενος ὡς Πατριάρχης. Παρέμεινεν ὁ κύριος ρυθμιστής εἰς τήν κληθεῖσαν Ἑνωτικήν Σύνοδον, τήν ἐκλέξασαν τόν ὑπ’ αὐτοῦ ἀκύρως «χειροτονηθέντα» κ. Ἐπιφάνιον, εἶναι σήμερον μόνιμον μέλος τῆς Συνόδου καί διακηρύσσει ὅτι εἶναι ὁ Ποιμενάρχης ὅλων τῶν ἐνοριῶν τοῦ Κιέβου. Τά γεγονότα αὐτά προφανῶς δέν εἶναι ἄγνωστα οὔτε ἄνευ ἐκκλησιαστικῆς σημασίας.
Ἐν κατακλεῖδι, εἶναι ἀναμφισβήτητον ὅτι τό Μελιτιανόν Σχίσμα δέν ἐθεραπεύθη δι’ ἀποφάσεως τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, εἰς τήν δικαιοδοσίαν τοῦ ὁποίου ἀνῆκεν ὁ Μελίτιος ὡς Ἐπίσκοπος Λυκοπόλεως Αἰγύπτου, ἀλλά δι’ ἀποφάσεως τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
3. Ἡ περίπτωσις ἐξάλλου τoῦ Οὐκρανικοῦ ζητήματος οὐδεμίαν ἀναλογίαν ἔχει πρός τήν ROCOR (Russian Orthodox Church Outside Russia). Αὕτη ἀναφέρεται εἰς ἀποκοπήν τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἐκ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, τελούσης ὑπό Σοβιετικήν ἐπιτήρησιν. Δέν ὑπῆρξαν ἀφορισμοί οὔτε ἀναθεματισμοί καί ἡ ἀποστολική διαδοχή δέν ἠμφισβητήθη. Ὅτε κατέρρευσεν τό ἀθεϊστικόν καθεστώς, ἐπῆλθεν ἡ ἐπανένωσις. Εἶναι δέ ἀξιοσημείωτον ὅτι ἡ διόρθωσις τῆς διασπάσεως, συνετελέσθη δι’εἰδικῆς ἱεροτελεστίας καί εὐχῆς ἐπανεντάξεως ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Σωτῆρος.
Ὅσον διά τό Βουλγαρικόν Σχίσμα οὐδεμία σχέσις ἤ ἀναλογία ὑφίσταται πρός τό Οὐκρανικόν ζήτημα. Τό τελευταῖον ἀφορᾷ εἰς ἐσωτερικόν ρῆγμα μιᾶς τοπικῆς ἐκκλησίας, ἐνῷ τό Βουλγαρικόν εἰς μίαν μακροχρόνιον ἀποχώρησιν ὁλοκλήρου λαοῦ ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί ὁλόκληρον τήν Ὀρθοδοξίαν. Ἡ διόρθωσίς του ἤρχισεν κατά τήν Πανορθόδοξον Ἐπιτροπήν τήν συνελθοῦσαν διά τήν προετοιμασίαν τῆς Πανορθοδόξου Προσυνόδου ἐν τῇ Μονῇ τοῦ Βατοπεδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους (Ἰούνιος 1930). Βασικός ὅρος, ὁ ὁποῖος ἐτέθη καί τελικῶς ἐτηρήθη, ἦτο ἡ αἴτησις συγγνώμης ἐκ μέρους τῆς Βουλγαρικῆς Ἐκκλησίας. Τελικῶς δέ κατόπιν μακροχρονίων πολυπλόκων διαβουλεύσεων τό Σχίσμα ἐλύθη τό 1945, μέ ἀποτέλεσμα τήν εἰρήνευσιν τῆς Πανορθοδόξου Οἰκουμένης.
4. Ἀνεπιφυλάκτως συμμεριζόμεθα τήν μέριμναν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προκειμένου νά παρασχεθῆ μία δυνατότης εἰς τούς ἐν Οὐκρανίᾳ πιστούς, θύματα ἐσωτερικοῦ μακροχρονίου διχασμοῦ, νά ἐπανέλθουν εἰς τούς κόλπους τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὅμως προφανές ὅτι ἡ ἐπιδιωχθεῖσα εἰρήνευσις δέν ἔχει ἐπιτευχθῆ, ἐφ’ ὅσον ἐνενήντα Ἀρχιερεῖς καί ἄνω τῶν δώδεκα χιλιάδων ἐνοριῶν δέν εὑρίσκονται ἐν κοινωνίᾳ μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Συγχρόνως μάλιστα εἶναι ὁρατός ὁ κίνδυνος διασπάσεως τῆς ἀνά τήν Οἰκουμένην Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὡς πρός τόν ἰδιότυπον ἐπιτιμητικόν τόνον τοῦ συγκεκριμένου Γράμματος καί τούς ὑπαινιγμούς περί ἐπιδράσεως ἡμῶν ἐξ ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ὑποχρεούμεθα νά ὑπενθυμίσωμεν ὅτι τήν ἀδελφικήν ἡμῶν ἀφοσίωσιν ἔχομεν ἐμπράκτως ἀποδείξει ἐπί δεκαετίας, ὅλως δέ ἰδιαιτέρως κατά τάς Συνάξεις τῶν Προκαθημένων καί εἰς τήν ἐν Κρήτῃ Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, συντονιζόμενοι πρός τάς ἑκάστοτε πρωτοβουλίας τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος. Κατά καιρούς δέ ἠρθρώσαμεν εὐθαρσῶς τάς ἀπόψεις ἡμῶν, ἔστω καί συγκρουόμενοι μέ ἀγαπητούς ἀδελφούς ἄλλων Ἐκκλησιῶν. Τοῦτο πάντοτε χάριν τῆς συνοχῆς καί τῆς προσηκούσης μαρτυρίας τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρόσφατον τεκμήριον ἀνεπηρεάστου γνώμης καί ἀνεξαρτήτου στάσεως αἱ ἀποσταλεῖσαι ἐπιστολαί πρός τόν Μακαριώτατον Πατριάρχην Μόσχας καί πάσης Ρωσίας κ. Κύριλλον (10 Ὀκτωβρίου καί 7 Νοεμβρίου 2018).
Τόν βαθύτατον σεβασμόν καί τήν πηγαίαν εὐχαριστίαν πρός τόν Οἰκουμενικόν Θρόνον, διά τάς ἐνεργείας ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, ἐκφράζομεν διαρκῶς ἐμπράκτως ἐπί τρεῖς δεκαετίας. Πεποίθαμεν, ὅμως, ὅτι ἡ γνησία εὐγνωμοσύνη δέν συνεπάγεται κατάργησιν τῆς κριτικῆς θεολογικῆς σκέψεως καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας ἤ ἀπεμπόλησιν τῆς ἐλευθερίας τῆς συνειδήσεως. Ἀντιθέτως σημαίνει ηὐξημένον χρέος νά διατυπώνωνται πάντοτε μετά σαφηνείας καί ἀγαπώσης παρρησίας αἱ ἑκάστοτε ἐκτιμήσεις.
Ἡ ἀνταπόδοσις τῆς τιμῆς ἐγένετο δι’ ἔργων. Ἀπεδέχθημεν μίαν ἀνυπολογίστων δυσκολιῶν πρόσκλησιν εἰς Ἀλβανίαν, ἀφέντες δύο ἰδιαιτέρως προσφιλεῖς τομεῖς διακονίας: τήν Ἀφρικήν καί τήν θρησκειολογικήν ἔρευναν καί συγγραφήν. Ἡ ἐξόχως ἀπαιτητική καί ἀβεβαία ἀποστολή, ἡ ἀνατεθεῖσα εἰς ἡμᾶς ὑπό τῆς Μητρός Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, πρός ἀνασυγκρότησιν ἐκ τῶν ἐρειπίων τῆς πλήρως διαλυθείσης Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, συνετελέσθη χάριτι Θεοῦ ἐν θυσιαστικῷ φρονήματι, ἐν στερήσεσιν, ἐν ἀσθενείαις, ἐν κονδύνοις καί διωγμοῖς.
Ὡς πρός το Ούκρανικόν ζήτημα, θά ἦτο ἀσφαλεστέρα ἡ ἐπιλογή ψευδοῦς συνέσεως, ὥστε νά ἀποφύγωμεν τά αἰχμηρά σχόλια, τάς ὑβριστικάς προσωπικάς ἀνυποστάτους κατηγορίας ἀνευθύνων προσώπων. Ὅμως ἡμεῖς πιστεύομεν ὅτι ὁ Πρῶτος τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγαπᾷ καί ἔχει ἀνάγκην τήν ἄπλετον ἀλήθειαν, ἰδίᾳ εἰς περιπτώσεις κρισιμωτάτων Πανορθοδόξων προβλημάτων. Διά τοῦτο ἐπανήλθομεν ἐπισημαίνοντες τήν ἱστορικήν ἀκρίβειαν τῶν γεγονότων.
5. Ἡ ἀγωνία ἡμῶν, Παναγιώτατε, παραμένει ἡ διαφύλαξις τῆς Ὀρθοδόξου ἑνότητoς, ἀποτελούσης ἀναντικατάστατον προϋπόθεσιν διά τήν ἀνά τόν κόσμον Ὀρθόδοξον μαρτυρίαν. Οἱ τριγμοί εἰς τάς Ἐπισκοπικάς Συνελεύσεις τῆς Διασπορᾶς καί εἰς τούς διαχριστιανικούς πολυμερεῖς καί διμερεῖς διαλόγους εἶναι ἤδη αἰσθητοί.
Σταθερά πεποίθησις τῆς κατ’ Ἀλβανίαν Ἐκκλησίας, ὅπως καί πολλῶν ἄλλων, εἶναι ὅτι κατά τήν παροῦσαν ἱστορικήν στιγμήν, πρός θεραπείαν τῶν ἐπωδύνων τραυμάτων καί δή τοῦ ἐπαπειλουμένου Σχίσματος, καθίσταται ἀναγκαία Πανορθόδοξός τις Διαβούλευσις, ἀποσκοποῦσα κατ’ ἀρχάς εἰς τήν πνευματικήν στήριξιν ἁπάντων τῶν ἐν Οὐκρανίᾳ Ὀρθοδόξων πιστῶν καί προπαντός εἰς τήν διασφάλισιν τῆς Ὀρθοδόξου συνοχῆς. Καί προδήλως εἴμεθα ἕτοιμοι νά συμβάλλωμεν κατά δημιουργικόν τρόπον εἰς τήν δυσχερεστάτην κρίσιμον αὐτήν προσπάθειαν.
Αἱ ὑφιστάμεναι διαφορετικαί ἀντιλήψεις δέν ἀντιμετωπίζονται διά τῆς παρατάσεως μονολόγων, δηλώσεων, ἀλληλογραφίας, διά τῆς ἀναμείξεως ἀνευθύνων προσώπων, παραπλανητικῶν σχολιασμῶν, ἀσυναρτήτων δημοσιευμάτων εἰς τά Μέσα Κοινωνικῆς Δικτυώσεως. Αἱ κρίσεις ὑπερβαίνονται, συμφώνως πρός τήν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν, διά τῆς Συνοδικότητος, ἥτις σημαίνει συνέλευσιν ἐπί τῷ αὐτῷ καί ἐν προσευχῇ διάσκεψιν τῶν ὑπευθύνων ἐκπροσώπων τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τότε, ἐπενεργούσης τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἡ Σύνοδος αὕτη δύναται φιλανθρωπευομένη νά ἀναζητήσῃ πρωτοτύπους λύσεις ἐπιεικείας, συγγνώμης καί καταλλαγῆς καί νά λάβῃ τολμηράς ἀποφάσεις κοινῶς ἀποδεκτάς, ἀποσκοπούσας εἰς τήν εἰρήνευσιν, τήν ἑνότητα καί τήν πνευματικήν οἰκοδομήν τῶν ἀνά τήν Οικουμένην Ὀρθοδόξων πιστῶν. Καί τό προνόμιον τῆς συγκλήσεως Πανορθοδόξου Διαβουλεύσεως ἀνήκει ἀδιαμφισβητήτως εἰς τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην. Διά τῆς παρακλήσεως αὐτῆς περατοῦται ἡ ἀναφορά ἡμῶν ἐπί τῆς διαδικασίας τοῦ Οὐκρανικοῦ ζητήματος.
Πρός ἀποτροπήν πάντως οἱασδήποτε παρανοήσεως, διευκρινίζομεν ὅτι, εἰς περίπτωσιν τραγικῆς καταλήξεως εἰς Σχίσμα (ὁ Θεός νά μή τό ἐπιτρέψῃ!), ἡ κατ’ Ἀλβανίαν Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία θά παραμένῃ σταθερῶς ἐν ἀληθευούσῃ ἀγάπῃ μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Διάγοντες τήν κατανυκτικήν περίοδον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁλοψύχως δεόμεθα, ὅπως ὁ ἐν Τριάδι Θεός χαρίζηται ἀκλόνητον ὑγείαν καί ἁγιοπνευματικήν δύναμιν εἰς τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα, ἐπαναλαμβάνοντες τήν προσφιλῆ εἰς Αὐτήν, καί εἰς ἡμᾶς, ἀποστολικήν δοξαστικήν βεβαιότητα: «Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑπὲρ πάντα ποιῆσαι ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν, κατὰ τὴν δύναμιν τὴν ἐνεργουμένην ἐν ἡμῖν, αὐτῷ ἡ δόξα ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων· ἀμήν.» (Ἐφ. 3:20-21).
Ἐπί δέ τούτοις, ἀσπαζόμενοι Ὑμᾶς φιλήματι ἁγίῳ, διατελοῦμεν μετά πάσης τιμῆς καί ἀδελφικῆς ἀγάπης ἐν Χριστῷ, «δι’ ὅν τά πάντα καί δι’ οὗ τά πάντα» (Ἑβρ. 2:10).
Ἐν Τιράνοις, 21 Μαρτίου 2019
Τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος,
(Ὑπογραφή)
+ Ἀναστάσιος
Ἀρχιεπίσκοπος Tιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας
________________________________
2) Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, ἹστορίατῆςἘκκλησίαςτῆςἈλεξανδρείας (62-1934), Ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 179-180.
(3)«Μένειν ἐν τῇ ἑαυτοῦ πόλει καὶ μηδεμίαν ἐξουσίαν ἔχειν μήτε προχειρίζεσθαι μήτε χειροθετεῖν μήτε ἐν χώρᾳ μήτε ἐν πόλει … ἐπὶ δὲ τοῦ Μελιτίου προσώπου οὐκέτι τὰ αὐτὰ ἔδοξε διὰ τὴν ἀνέκαθεν αὐτοῦ ἀταξίαν καὶ διὰ τὸ πρόχειρον καὶ προπετὲς τῆς γνώμης, ἵνα μηδεμία ἐξουσία ἢ αὐθεντία αὐτῷ δοθῇ ἀνθρώπῳ δυναμένῳ πάλιν τὰς αὐτὰς ἀταξίας ποιῆσαι. Athanasius Theol., De decretis Nicaenae synodi Chapter 36, section 7, line 2 TLG
+ Ἀναστάσιος
Ἀρχιεπίσκοπος Tιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας
Ἐν Τιράνοις, τῇ 10ῃ Ὀκτωβρίου 2018
Πρός τόν Μακαριώτατον Ἅγιον Ἀδελφόν ἐν Κυρίῳ,
Πατριάρχην Μόσχας καί πασῶν τῶν Ρωσσιῶν
κ.κ. ΚΥΡΙΛΛΟΝ
Προσφιλέστατε ἐν Χριστῷ Ἅγιε Ἀδελφέ καί Συλλειτουργέ,
Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἴη μετὰ πάντων τῶν Ὀρθοδόξων. Εὐχαριστοῦμεν θερμῶς διά τήν ἀποστολήν τοῦ ἀπό 1ης Ὀκτωβρίου τρ. ἔ. Ὑμετέρου φιλαδέλφου Γράμματος. Μετ’ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος καί πολλῆς προσοχῆς ἀνεγνώσαμεν τήν ἀναλυτικήν ἐξιστόρησιν τῶν ὅσων μέχρι σήμερον συνέβησαν περί τό κρίσιμον θέμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας. Εὐθύς, μετά τήν ἐπιστροφήν ἐκ συντόμου ταξειδίου εἰς Κρήτην καί Ἀθήνας, συνεκαλέσαμεν τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας τήν 9ην τρέχοντος μηνός καί συνεζητήσαμεν τό ἐν λόγῳ πολυσύνθετον ἐκκλησιαστικόν ζήτημα.
Συνοπτικῶς περιοριζόμεθα νά σημειώσωμεν τά ἑξῆς:
Κατά τήν ἐπίσημον ἐνημέρωσιν τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας ἀπό πλευρᾶς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (30 Ἰουλίου τρ.ἔ,.) ὑπό τριμελοῦς ἀντιπροσωπείας, ἀποτελουμένης ἐκ τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Περγάμου κ. Ἰωάννου, Γαλλίας κ. Ἐμμανουήλ καί Σμύρνης κ. Βαρθολομαίου, διετυπώσαμεν τάς ακολούθους σκέψεις: Ἡ σχεδιαζομένη κατά τήν παροῦσαν χρονικήν περίοδον χορήγησις αὐτοκεφαλίας εἰς τήν Οὐκρανίαν φοβούμεθα ὅτι θά είναι «πορεία εἰς ναρκοπέδιον». Ὁμοιάζει μέ ἐπικίνδυνον ἐγχείρησιν ἀπροβλέπτων παρενεργειῶν. Αἱ ἀντιμαχόμεναι ὁμάδες θά διατηρήσουν τήν ὀντότητα καί συνοχήν των, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχει συμβῇ εἰς διαφόρους τοπικάς Ἐκκλησίας. Τελικῶς, ἀντί τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων ἐν Οὐκρανίᾳ διαφαίνεται κίνδυνος διασπάσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν τῇ Οἰκουμένῃ.
Συγχρόνως ὑπεγραμμίσαμεν ὅτι τά σημαντικώτερα καί πλέον εὐλογημένα ἐπιτεύγματα τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τάς τελευταίας δεκαετίας ὑπῆρξαν αἱ Συνάξεις τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καί τά συναφῆ Συλλείτουργα, τά ὁποῖα ἐτόνισαν τήν Πανορθόδοξον ἑνότητα. Προσέτι ἡ σύγκλησις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὁμοφώνως ἀπεφασίσθη ἐν Σαμπεζύ (Ἰανουάριος 2016) καί τελικῶς ἐπραγματοποιήθη ἐν Κρήτῃ.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας θεωρεῖ πρωταρχικῆς σημασίας τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν δυναμικήν μαρτυρίαν τοῦ Εὐαγγελίου τόσον ἐντός τῶν ἐκ παραδόσεως Ὀρθοδόξων λαῶν ὅσον καί εἰς ἅπασαν τήν οἰκουμένην. Τά ἄλλα θέματα ἐπιβάλλεται νά ἀντιμετωπίζωνται μετά διορατικῆς διακρίσεως, ἐπιμόνου προσευχῆς καί ὑπομονετικοῦ διαλόγου.
Τάς ἀνωτέρω ἀπόψεις ἐπανελάβομεν, μετά πολλοῦ σεβασμοῦ καί βαθείας ἀγάπης, εἰς τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ. κ. Βαρθολομαῖον κατά τήν πρόσφατον, προσωπικήν ἡμῶν συνάντησιν ἐν τῇ νήσῳ τῆς Κρήτῃς.
Αἱ τελευταῖαι ἐξελίξεις, τάς ὁποίας περιγράφετε ἐν τῷ Ὑμετέρῳ Γράμματι, ἐπεδείνωσαν, δυστυχῶς, τήν ἔντασιν καί τήν ἀνησυχίαν. Ἄς ἐπιτραπῇ νά σημειώσωμεν ὅτι ἡ ἀπόφασις τῆς Ἐκκλησίαςτῆς Ρωσίας νά διακόψῃ τήν μνημόνευσιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου καί νά ἀναστείλῃ τήν εὐχαριστιακήν κοινωνίαν μετά τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ἥτις ἀνεκοινώθη τήν 14ην Σεπτεμβρίου, ἔχει περιπλέξει ἐπικινδύνως τήν ὅλην ὑπόθεσιν. Ἰδίως διότι ἐγγίζει τόν πυρῆνα τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν Θείαν Εὐχαριστίαν, καθ’ ἣν διακηρύσσομεν τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας και ἱκετεύομεν διά τήν διατήρησιν αὐτῆς.
Σχετικῶς μέ τήν κατακλεῖδα τοῦ Ὑμετέρου φιλαδέλφου Γράμματος, διαβεβαιοῦμεν ὅτι οὐ παυόμεθα ἀναπέμποντες θερμάς δεήσεις ὑπέρ τῆς ἑνότητος τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας, ἥν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἡ Κεφαλή αὐτῆς, «περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. 20:28). Διατηροῦμεν, ὅμως, σοβαράς ἐπιφυλάξεις ἐάν προέχῃ αὐτήν τήν περίοδον ὕψωσις τῆς φωνῆς ἡμῶν˙ θεωροῦμεν προτιμοτέραν τήν ἐπίμονον διακριτικήν παράκλησιν ὅπως ἀποφευχθοῦν ἐσπευσμέναι ἐνέργειαι.
Ἐξάλλου «πανορθόδοξος διαβούλευσις» ἐπί τοῦ Οὐκρανικοῦ, περί τῆς ὁποίας εἴχομεν συζητήσει κατά τήν εὐλογημένην ἐπίσκεψιν Ὑμῶν ἐν Ἀλβανίᾳ, κατόπιν τῆς διακοπῆς τῆς κοινωνίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἔχει καταστῆ ἰδιαιτέρως δυσχερής. Ποῖος θά ἀναλάβῃ τήν πρωτοβουλίαν συγκλήσεως τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, ὅταν ὑφίσταται ἡ διακοπή τοῦ μνημοσύνου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου; Ποία θα εἶναι ἡ ἡμερησία διάταξις, πῶς θά διεξαχθοῦν αἱ ἐργασίαι; Ποία θα εἶναι τά κριτήρια τῆς τελικῆς ἀποφάσεως;
Ὑπό τάς παρούσας συνθήκας εὐκταῖον εἶναι νά δρομολογηθῇ καταρχήν ἤρεμος διάλογος μεταξύ τῶν ἀμέσως ἐνδιαφερομένων πλευρῶν καί νά ἀναζητηθῇ ἀπό κοινοῦ λύσις ἀποβλέπουσα εἰς τήν θεραπείαν τῶν πληγῶν ἀπό τούς μακροχρονίους ἀθεϊστικούς διωγμούς, τά σχίσματα καί τόν ἐπελαύνοντα προσηλυτισμόν. Ἐάν πρός αὐτήν τήν κατεύθυνσιν δέχωνται οἱ ἀμέσως ἐνδιαφερόμενοι τήν συμμετοχήν καί ἐκπροσώπων ἄλλων Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, τόσον τό καλύτερον. Ἡ κατ’ Ἀλβανίαν Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἑτοίμη νά συμμετάσχῃ.
Γενικώς αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκην νά διαβεβαιώσω ὅτι ἡ ἡμετέρα μετριότης θά «πράξῃ πᾶν δυνατόν, προκειμένου να ἀποτραπῇ τό σχίσμα ἐντός τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας». Τοιαύτη ἐξέλιξις θα ἀποτελοῦσε ὀδυνηρόν πλῆγμα τῆς ἀξιοπιστίας τῆς Ὀρθοδοξίας καί πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά ἀποφευχθῇ. Διότι ἀκραδάντως ἐξακολουθοῦμεν νά πιστεύωμεν εἰς τήν θεμελιώδη θεολογικήν διακήρυξιν, τήν ὁποίαν ἐπί δεκαετίας ἐπαναλαμβάνομεν εἰς τόν διαχριστιανικόν διάλογον, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ὄχι Συνομοσπονδία τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Οἱαιδήποτε μορφαί σχισμάτων ἐξασθενοῦν τήν Ὀρθόδοξον μαρτυρίαν εἰς τήν σύγχρονον οἰκουμένην, πλήττουν τήν ἀξιοπιστίαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί γενικότερον, τραυματίζουν τό κῦρος τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.
Ἡ μαρτυρική Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, διά τήν ἀναστάσιμον πορείαν τῆς ὁποίας εὐγενῶς ἐκφράζεσθε, εἶναι πεπεισμένη ὅτι δι’ ὅλας τάς τοπικάς Ἐκκλησίας τό χρέος τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ, τῆς ἐνδυναμώσεως τῆς εἰς Χριστόν πίστεως ἔχει ἀπόλυτον προτεραιότητα. Οἱ μεγάλοι ἀντίπαλοι τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερον εἶναι κατ’ ἐξοχήν ἡ ἀπιστία, ἡ ἀδιαφορία, ἡ μαχητική ἐκκοσμίκευσις. Κατά τάς συγχρόνους παγκοσμίους συνθήκας τά ποικίλα «κανονικά» θέματα νομίζομεν ὅτι ἐνδείκνυται νά ἐξετάζονται καί ὑπό τήν ὀπτικήν αὐτήν γωνίαν.
Ὅσον κι ἄν φαίνεται ἀνέφικτον, πιστεύομεν ὅτι πρέπει νά «πράξωμεν ὅλοι τό πᾶν», διά νά ἐπανέλθωμεν εἰς τάς Συνάξεις τῶν Προκαθημένων καί εἰς τόν σχεδιασμόν μιᾶς νέας Μεγάλης Συνόδου. Δέν ἀγνοοῦμεν ὅτι αἱ προτάσεις αὗται θά θεωρηθοῦν ὑπό τινων ἐξωπραγματικαί καί τελικῶς μή ἐφικταί. Ἐν τούτοις εἶμαι πεπεισμένος ὅτι δέν εἶναι κανείς ρεαλιστής, ἐάν δέν πιστεύῃ εἰς τό θαῦμα˙ καί ὅτι: «τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. 18:18-27).
Συνελόντι εἰπεῖν, ἡ ἀρραγής ἑνότης τῆς Ὀρθοδοξίας και τό χρέος πειστικῆς μαρτυρίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον παραμένουν τά ἀναντικατάστατα κριτήρια διά την ὀρθήν ἀντιμετώπισιν τῶν ἐπὶ μέρους ἔστω καί ὠξυμμένων προβλημάτων.
Μετά βαθυτάτης πάντοτε ἀδελφικῆς ἀγάπης
ἐν Χριστῷ τῷ μόνῳ Κυρίῳ καί Σωτῆρι ἡμῶν .
Ἀρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας
e 2 TLG
+ Ἀναστάσιος
Ἀρχιεπίσκοπος Tιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας
Ἀρ. Πρωτ. 796/18
Ἐν Τιράνοις, τῇ 7ῃ Νοεμβρίου 2018
Πρός τόν Μακαριώτατον Ἅγιον Ἀδελφόν ἐν Κυρίῳ,
Πατριάρχην Μόσχας καί πασῶν τῶν Ρωσιῶν
κ.κ. ΚΥΡΙΛΛΟΝ
Προσφιλέστατε ἐν Χριστῷ Ἅγιε Ἀδελφέ καί Συλλειτουργέ,
«Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου». Πόνος βαθύς, ἀνησυχία καί ἀμηχανία συνέχουν καί ἡμᾶς, καθώς παρακολουθοῦμεν τάς ἐξελίξεις περί τό Οὐκρανικόν, μετά τάς ἀποφάσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (11.10.2018) καί τῆς Όρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας (15.10.2018), τάς ὁποίας καταγράφετε εἰς τήν ἀπό 29ης Ὀκτωβρίου 2018 Ὑμετέραν ἐπιστολήν.
Δυστυχῶς ἐπαληθεύονται οἱ φόβοι ἡμῶν, οἱ διατυπωθέντες πρός τήν ἀντιπροσωπείαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (30 Ἰουλίου 2018), ὅτι δηλαδή ἡ σχεδιαζομένη κατά τήν παροῦσαν χρονικήν περίοδον χορήγησις αὐτοκεφαλίας εἰς τήν Οὐκρανίαν θά εἶναι «πορεία εἰς ναρκοπέδιον» μέ ὀδυνηράς δι’ ὅλους παρενεργείας.
Συγχρόνως, ὅμως, ὀφείλομεν νά ἐπισημάνωμεν ὅτι ἡ τελευταία ἀπόφασις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἐπίσης προκαλεῖ ἔντονον ἀνησυχίαν. Εἶναι ἀδιανόητον νά χρησιμοποιῆται ἡ Θεία Εὐχαριστία, τό κατ’ ἐξοχήν μυστήριον τῆς ἀπείρου ἀγάπης καί ἄκρας ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὅπλον ἐναντίον μιᾶς ἄλλης Ἐκκλησίας. Εἶναι δυνατόν, ἡ ἀπόφασις καί ἡ ἐντολή τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας νά ἀκυρώνουν τήν ἐνέργειαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τούς Ὀρθοδόξους ναούς, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦν ὑπό τήν δικαιοδοσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου; Εἶναι δυνατόν ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ τελουμένη εἰς τούς ναούς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Κρήτης, τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἀλλαχοῦ τῆς γῆς, διά τους Ρώσους Ὀρθοδόξους πιστούς νά εἶναι τώρα ἀνυπόστατος; Καί ἐάν «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης» προσέλθουν νά μεταλάβουν τά καθαγιασμένα Τίμια Δῶρα, διαπράττουν «ἁμάρτημα», διά τό ὁποῖον ἀπαιτεῖται ἐξομολόγησις; Ὁμολογοῦμεν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά συμφωνήσωμεν μέ τοιαύτας ἀποφάσεις. Ἡ Θεία Εὐχαριστία, τό ἀσυλλήπτου ἱερότητος καί μοναδικῆς σημασίας μυστήριον, ἐπιβάλλεται νά μένῃ ἐκτός οἱασδήποτε ἐκκλησιαστικῆς διενέξεως.
Ὅσον σοβαρά καί ἄν εἶναι τά συσωρευθέντα θέματα τῶν δικαιοδοσιῶν, ἐπ’ οὐδενί συνιστοῦν αἰτίαν Σχίσματος ἐν τῇ ἀνά τόν κόσμον Ὀρθοδοξίᾳ. Τυχόν Σχίσμα σήμερον, ὅπως ἐπανειλημμένως έχομεν τονίσει, θά ἀμαυρώσει τό κάλλος τῆς Ὀρθοδοξίας, θά ἐξασθενήσει τό διεθνές κῦρος της καί θά πληγώσει βαθύτατα τήν πίστιν τῶν Ὀρθοδόξων,-ἰδίᾳ τῶν ἐν Οὐκρανίᾳ περί ὧν τό ἄμεσον ἐνδιαφέρον- οἱ ὁποῖοι ὑφίστανται διαρκεῖς πιέσεις ὑπό τῆς πολυμόρφου ἀθεΐας καί μολύνονται ἀπό τήν ἀδιαφορίαν τήν διαχεομένην δίκην πυρηνικῆς σκόνης. Ὡς ἐκ τούτου ἐπιβάλλεται νά ἀναζητηθῇ ψυχραίμως συμβιβαστική λύσις, ἀποσκοποῦσα εἰς τήν οὐσιαστικήν εἰρήνευσιν τῶν ἐν Οὐκρανίᾳ Ὀρθοδόξων πιστῶν.
Σχετικῶς πρός τήν Πανορθόδοξον Σύσκεψιν, εἰς την ὁποίαν ἀναφέρεσθε ἐν τῇ Ὑμετέρᾳ ἐπιστολῇ, θεωροῦμεν ὅτι αἱ πρόσφατοι ἐξελίξεις ἔχουν καθ’ ὑπερβολήν δυσχεράνει τήν σύγκλησιν αὐτῆς. Κρίσιμα παραμένουν τά ἐρωτήματα: Θά ζητήσει καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον τήν σύγκλησιν Πανορθοδόξου Διασκέψεως; Ποῖα θα εἶναι τά κριτήρια τῆς τελικῆς ἀποφάσεως ἐπ΄ὠφελείᾳ τῆς εἰρήνης καί τῆς ἑνότητος; Ἡ κατ’ Ἀλβανίαν Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία, πάντως, εἶναι πρόθυμος νά συμμετάσχῃ εἰς κανονικῶς συγκληθησομένην Σύναξιν Προκαθημένων.
Γνωρίζετε τήν ἡμετέραν ἐπαναλαμβανομένην πεποίθησιν ὅτι τά πλέον εὐλογημένα ἐπιτεύγματα τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τάς τελευταίας δεκαετίας ὑπῆρξαν αἱ Συνάξεις τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Εἴθε να ἐπανέλθωμεν εἰς αὐτάς διορθοῦντες παραλείψεις καί λάθη τοῦ παρελθόντος.
Τήν ἀνησυχίαν καί ἀμηχανίαν, τάς ὁποίας ἐκ προοιμίου διετυπώσαμεν, θεραπεύει παρακλητικῶς ὁ ψαλμικός στίχος: «Ἱνα τί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου, καὶ ἵνα τί συνταράσσεις με; Ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου.» (Ψαλμ. 41:12).
Μετά βαθυτάτης πάντοτε ἀδελφικῆς ἀγάπης
ἐν Χριστῷ, τῷ μόνῳ Κυρίῳ καί Σωτῆρι ἡμῶν
ἈρχιεπίσκοποςΤιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας